Απόκοσμο.
Λένε πως το ακούς. Ακούς
του ψιθύρους και την επιθυμία. Τον πόνο και την απόγνωση. Πρόσωπα σμιλευμένα σε
τοίχο με γκροτέσκα και απόκοσμη χροιά. Είναι εκεί. Ήταν πάντα εκεί. Ακόμα κι αν
πέρασες μυριάδες φορές από μπροστά τους ,δεν τα είδες. Θα τα δεις αφέγγαρη
νύχτα ,κι αν θέλουν αυτά. Όταν σε επιλέξουν. Όταν έχεις κάτι που θέλουν να σου
πάρουν. Αν τα κοιτάξεις ,λεν πως ένα κομμάτι της ψυχής σου μένει μαζί τούς. Και
ξεχνάς. Και όπως συμβαίνει με όλα όσα έχεις ξεχάσει ,τα ίχνη διαγράφονται .Και
είσαι λιγότερος από πριν. Οι παλιοί ξορκίζουν ότι ο μόνος τρόπος να γλυτώσεις
είναι να κάτσεις ,να ακούσεις όσα έχουν να σου πούνε. Να αφουγκραστείς το
μαρτύριο τους και να το κάνεις δικό σου. Να πονέσεις και εσύ μαζί τους.
Αλλά δεν πρέπει να αφεθείς. Δεν πρέπει να δείξεις την οδύνη. Και πάνω απ όλα να
μην μιλήσεις. Κανένας ήχος δεν πρέπει να βγει απ' το στόμα σου. Αλλιώς η λαλιά
σου θα γίνει η δικιά τους. Μετά, σιωπηλά να πας μέχρι το σταυροδρόμι και να
κάνεις δεξιά για τον πλάτανο. Όταν φτάσεις , τότε και μόνο τότε, να αφήσεις
ελεύθερη την πνοή σου και να κλάψεις. Να κλάψεις όσο ποτέ άλλοτε στην ζωή σου.
Γιατί από όσα άκουσες και ένιωσες θα είναι το μόνο που θα μπορείς να
κάνεις.
Λένε πως το ακούς. Τα
βράδια ακούς το κλάμα εκείνων που νοιάστηκαν και αγάπησαν αυτές τις απόκοσμες
μορφές.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου